- αντιορθολογισμός
- Άρνηση της ισχύος της λογικής, δυσπιστία στην ικανότητά της να μας δώσει μια έγκυρη γνώση της πραγματικότητας. Σε αντίθεση όμως προς τον σκεπτικισμό, o α. αρνείται αυτές τις ικανότητες στη λογική και στη νόηση, μόνο και μόνο για να μπορέσει να τις αποδώσει σε άλλες ψυχικές ιδιότητες, όπως είναι η θρησκευτική πίστη ή η ενόραση (το γνωστό απόφθεγμα του Τερτυλλιανού «το πιστεύω διότι είναι παράλογο» αποτελεί ένα τυπικό παράδειγμα αυτής της θέσης). Από την άποψη αυτή ο α. δεν είναι λοιπόν η διακήρυξη της μη γνώσης, αλλά αντίθετα η αποδοχή ενός ιδιαίτερου τύπου γνώσης, που στη γλώσσα της φιλοσοφίας ονομάζεται άμεση γνώση. Η αμεσότητα εδώ σημαίνει ότι η γνώση δεν πηγάζει από τη λογική λειτουργία του νου, δηλαδή από την ορθολογική διαδικασία, που προχωρώντας από τις προκείμενες προτάσεις στα συμπεράσματα παράγει τη μία έννοια από την άλλη, αλλά ότι η αλήθεια έχει αποκαλυφθεί με μια άμεση επαφή, δηλαδή την ενόραση ή την πίστη. Είναι δυνατόν να διακρίνουμε γενικά δύο μορφές α., ανάλογα με το αν η επαφή με την πραγματικότητα αναζητείται από τη μια μεριά ή την άλλη της λογικής, δηλαδή ανάλογα αν η έκταση πραγματοποιείται σε χαμηλά ή υψηλά επίπεδα. Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για μια αποθέωση του ενστίκτου, μια μυστικιστική φιλοσοφία του σώματος, κατά κάποιον τρόπο, όπως οι φιλοσοφίες που αποδίδουν την ιδιοφυΐα ή το πνεύμα ενός πολιτισμού στο αίμα ή στη φυλή ή στη γη, ορισμένες δηλαδή αποκαλούμενες φιλοσοφίες της ζωής. Στη δεύτερη περίπτωση, η γνώση του απόλυτου αποδίδεται σε μια δύναμη που τοποθετείται πέρα από τη νόηση. Αυτή η δύναμη μπορεί να είναι η θρησκεία ή, όπως για τον Σέλινγκ, η τέχνη. Σε αυτήν την τελευταία περίπτωση, η ενόραση γεννιέται στην κορυφή της διανοητικής εμπειρίας ως υπερνίκηση των διακρίσεων και των αντινομιών προς τις οποίες κατευθύνεται η νόηση. Ο α. παίρνει εδώ –όπως π.χ. στον γερμανικό μυστικισμό του Μάιστερ Έκαρτν, του Τάουλερ κ.ά.– τη μορφή ενός λογικού μυστικισμού, δηλαδή μιας μετανοητικής ενατένισης του Θεού. Ωστόσο, όλες οι μορφές του α. έχουν κάτι κοινό: περιφρονούν τη λογική γνώση, δηλαδή τη γνώση εκείνη που από την ίδια της τη φύση θεωρείται ικανή να μεταβιβαστεί και να μεταδοθεί σε όλους. Αντίθετα, η αντιορθολογική γνώση –που δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο διδαχής– είναι κυρίως μια γνώση εσωτερική, μυστική, προνομιούχα.
Dictionary of Greek. 2013.